Η Μορφή της Μοίρας
Κάποτε συλλογίζομαι πως τούτα δω που γράφω δεν είναι άλλο παρά εικόνες που κεντούν στο δέρμα τους φυλακισμένοι ή πελαγίσιοι Γ. Σ.
Ημερολόγιο Καταστρώματος Β΄
Στη Μαρώ ⾈
Η Μορφή της Μοίρας
Τάμα - Σκούνα | Τάμα Άνδρας | Τάμα Γυναίκα |
Ιστορισμένα παραμύθια στην καρδιά μας
Σαν ασημένια σκούνα μπρος στο τέμπλο
Μιας άδειας εκκλησιάς, Ιούλιο στο νησί.
Η μορφή της μοίρας πάνω απ' τη γέννηση ενός παιδιού,
γύροι των άστρων κι ο άνεμος μια σκοτεινή βραδιά του Φλεβάρη,
γερόντισσες με γιατροσόφια ανεβαίνοντας τις σκάλες που τρίζουν
και τα ξεά κλωνάρια της κληματαριάς ολογυρα στην αυλή.
Η μορφή πάνω απ' την κούνια ενός παιδιού μιας μοίρας μαυρομαντηλούσας
χαμόγελο ανεξήγητο και βλέφαρα χαμηλωμένα και στήθος άσπρο σαν το γάλα
κι η πόρτα που άνοιξε κι ο καραβοκύρης θαλασσοδαρμένος
πετώντας σε μια μαύρη κασέλα το βρεμένο σκουφί του.
Αυτά τα πρόσωπα κι αυτά τα περιστατικά μ' ακολουθούσαν
καθώς ξετύλιγες το νήμα στην ακρογιαλιά για τα δίχτυα
κι όταν ακόμη αρμενίζοντας δευτερόπριμα κοίταζες το λάκκο των κυμάτων
σ' όλες τις θάλασσες, σ' όλους τους κόρφους
είταν μαζί σου, κι είταν η δύσκολη ζωή κι είταν η χαρά.
Τώρα δεν ξέρω να διαβάσω παρακάτω,
γιατί σε δέσαν με τις αλυσίδες, γιατί σε τρύπησαν με τη λόγχη,
γιατί σε χώρισαν μια νύχτα μέσα στο δάσος απο τη γυναίκα
που κοίταζε στυλώνοντας τα μάτια και δεν ήξερε καθόλου να μιλήσει,
γιατί σου στέρησαν το φως το πέλαγο το ψωμί.
Πως πέσαμε, σύντροφε, μέσα στο λαγούμι του φόβου;
Δεν είταν της δικής σου μοίρας, μήτε της δικής μου τα γραμμένα,
ποτές μας δεν πουλήσαμε μήτε αγοράσαμε τέτια πραμάτεια
ποιος είναι εκείνος που προστάζει και σκοτώνει πίσω από μας;
Άφησε μη ρωτάς τρία κόκκινα άλογα στο αλώνι
γυρίζουν πάνω σ' ανθρώπινα κόκκαλα κι έχουν τα μάτια δεμένα,
άφησε μη ρωτάς, περίμενε το αίμα, το αίμα
ένα πρωί θα σηκωθει σαν τον Άη Γιώργη τον καβαλάρη
για να καρφώσει με το κοντάρι πάνω στο χώμα το δράκοντα.
1η Οχτώβρη '41
Σχόλια